Δρόγη (drug)

Ευρετήριο λημμάτων

Δρόγη (η), (γαλλ. drogue):  Όρος που καθιερώθηκε στα τέλη του 14ου αιώνα και από εκεί έχουμε τον αγγλικό όρο drug. Η δρόγη είναι κάθε φυσικό προϊόν που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως φάρμακο. Εκείνη την εποχή τα φάρμακα δημιουργούνταν από βότανα.
ετικέτες: δρόγη, drug, drogue, ορισμός, λήμμα, ετυμολογία, λεξικό, wiki, βικιπαίδεια,

By Luminous on Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013 |

Αναζητήστε λήμμα, ορισμό, ετυμολογία στη Psychedelic Wikipedia - Βικιπαίδεια

Translate